Η
διαφάνεια δεν µπορεί να είναι απόλυτη. Τα µέσα ενηµέρωσης πρέπει να
παρεµβαίνουν τη σωστή στιγµή και να επιλέγουν τι πρέπει να δηµοσιεύεται
ούτως ώστε, µεταξύ των άλλων, να µη θέτουν σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές.
Αυτό είναι ένα από τα σηµεία στα οποία συµφώνησαν πέντε διευθυντές
µεγάλων εντύπων που συνεργάστηκαν για τηδηµοσίευση των απόρρητων
διπλωµατικών αµερικανικών εγγράφων, τα οποία διέρρευσαν µέσω του
ιστότοπου Wikileaks. Την περασµένη εβδοµάδα οι επικεφαλής της ισπανικής
εφηµερίδας «El Pais», τηςαµερικανικής «New York Times», της βρετανικής
«Guardian»,της γαλλικής «Monde» και του γερµανικού περιοδικού «Spiegel»
συναντήθηκαν προκειµένου να συζητήσουν τις επιπτώσεις τηςδηµοσιοποίησης
τωνεγγράφων από την ιστοσελίδα του Τζούλιαν Ασάνζ, στο Μουσείο
ΒασίλισσαΣοφία της Μαδρίτης.
«Οι αποκαλύψεις τηςιστοσελίδας Wikileaks είναι το µεγαλύτεροδηµοσιογραφικό γεγονός των τελευταίων ετών», υποστήριξε ο διευθυντής της «El Pais» ΧαβιέρΜορένο, ο οποίος θεωρεί ότι η δουλειά µε τα αµερικανικά διπλωµατικά έγγραφα οδήγησε στην ανανέωση αυτού του παλιού επαγγέλµατος που ονοµάζεται δηµοσιογραφία. «Εχουµε εισέλθει σε µια νέα εποχή», διαπίστωσε ο διευθυντής των «New York Times» Μπιλ Κέλερ. «Το Wikileaks δεν εφηύρε µια νέα εποχή στη δηµοσιογραφία, αλλά είναι περισσότερο ένα σύµπτωµα όσων συµβαίνουν τα τελευταία χρόνια στο ∆ιαδίκτυο».
«Οι αποκαλύψεις τηςιστοσελίδας Wikileaks είναι το µεγαλύτεροδηµοσιογραφικό γεγονός των τελευταίων ετών», υποστήριξε ο διευθυντής της «El Pais» ΧαβιέρΜορένο, ο οποίος θεωρεί ότι η δουλειά µε τα αµερικανικά διπλωµατικά έγγραφα οδήγησε στην ανανέωση αυτού του παλιού επαγγέλµατος που ονοµάζεται δηµοσιογραφία. «Εχουµε εισέλθει σε µια νέα εποχή», διαπίστωσε ο διευθυντής των «New York Times» Μπιλ Κέλερ. «Το Wikileaks δεν εφηύρε µια νέα εποχή στη δηµοσιογραφία, αλλά είναι περισσότερο ένα σύµπτωµα όσων συµβαίνουν τα τελευταία χρόνια στο ∆ιαδίκτυο».
Η
Σιλβί Κοφµάν, διευθύντρια σύνταξης της «Monde», θεωρεί ότιη εµφάνιση
του Wikileaks αποτελεί ένα παράδειγµα του δεσµού µεταξύ µέσων ενηµέρωσης
και δηµοκρατίας. «Η διαρροή των εγγράφων δεν άλλαξε ριζικά τον Τύπο,
συνέβαλε όµως σοβαρά στις προσπάθειές µας για µεγαλύτερη διαφάνεια». Η
διαφάνεια αποτέλεσε ένα από τα βασικά σηµεία της συζήτησης των πέντε
στελεχών των µεγάλων εντύπων.
Η συζήτηση ολοκληρώθηκε µε αναλύσεις για το µέλλον τηςδηµοσιογραφίας. «Υπάρχει µέλλον», κατέληξε ο Κέλερ.
Wikileaks
Η συζήτηση ολοκληρώθηκε µε αναλύσεις για το µέλλον τηςδηµοσιογραφίας. «Υπάρχει µέλλον», κατέληξε ο Κέλερ.
Wikileaks
Το όνοµα του τζούλιαν ασάνζ αναφέρθηκε πολλές φορές.
«Κάποιοι τον θαυµάζουν και κάποιοι τον δαιµονοποιούν», συµφώνησαν οι δηµοσιογράφοι, θεωρώντας ανησυχητική τη δίωξή του από τις ΗΠΑ.
«Η αµερικανική κυβέρνηση µας πίεσε να µη δηµοσιεύσουµε έγγραφα για την υεµένη», λέει ο διευθυντής των «τάιµς της Νέας υόρκης» Μπιλ Κέλερ. «το σκεφτήκαµε σοβαρά, αλλά το απορρίψαµε».
«Δεν µπορεί να υπάρξει δωρεάν Τύπος»
Η ΣΎΝΈΡΓΑΣΙΑ των πέντε εντύπων για Wikileaks τού προκάλεσε «πονοκεφάλους» αλλά και «πολλή διασκέδαση», όπως είπε γελώντας οΓκεοργκ Μάσκολο. Μίλησε για τηµεγάλη απήχηση που είχε αυτήη «διαφορετική µατιά» στην ιστορία, στις χώρες του Μαγκρέµπκαι τη Μέση Ανατολή, όπου σηµειώθηκαν λαϊκές εξεγέρσεις».
Ο Μάσκολο δεν κάνει διάκριση ανάµεσα στην ψηφιακή και την έντυπη έκδοση. «Αυτό που κάνουµε είναι καλή δηµοσιογραφία και την προσφέρουµε στους αναγνώστες µεόποια µορφή θέλουν να τη διαβάσουν – αλλά να πληρώσουν γι’ αυτό». ∆εν πιστεύει ότιµακροπρόθεσµαµπορεί να υπάρξει «Τύπος δωρεάν». «Νοµίζω ότι τελικά, οι άνθρωποινοιάζονται για την καλή δηµοσιογραφία, θέλουν να ξέρουν τι συµβαίνει στον κόσµο και είναι πρόθυµοι να πληρώσουν γι’ αυτό». Χρησιµοποιεί, µάλιστα, ένα χαρακτηριστικό παράδειγµα: «Το περιοδικό “Der Spiegel” κοστίζει 4 ευρώ, όσο ακριβώς και ένας καφές στα Starbucks. Είναι αυτό ακριβό όταν έχεις250 δηµοσιογράφους που δουλεύουν σκληρά κάθε εβδοµάδα και προσπαθούν να συγκεντρώσουν µοναδικό υλικό».
«Η αραβική εξέγερση βασίστηκε στα µέσα κοινωνικής δικτύωσης»
«ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ της Τυνησίας δεν χρειάζονταν το Wikileaks για να µάθουν τον βαθµό διαφθοράς των κυβερνώντων, αλλά ο αντίκτυπος των πληροφοριών προκάλεσε αντιδράσεις στη χώρα αυτή και ήταν το έναυσµα για τις ταραχές που ακολούθησαν στον αραβικό κόσµο». Ο διευθυντής της «El Pais» Χαβιέρ Μορένο πιστεύει ότι τα διπλωµατικά έγγραφα που δηµοσιοποιήθηκαν αποτέλεσαν έναν παράγοντα που συνέβαλε στις επαναστάσεις αυτών των χωρών. Εδωσαν ρόλο «στα µέσα κοινωνικής δικτύωσης, στη νέα κοινωνία της πληροφορίας, στην ταχύτητα µε την οποία κυκλοφορούν οι ειδήσεις: αυτή ήταν η βάση πάνω στην οποία δηµιουργήθηκε το νέο κίνηµα». Η γνώµη του Μορένο είναι ότι στον υπόλοιπο κόσµο η δηµοσιοποίηση τέτοιου είδους απόρρητων πληροφοριών ευνοεί µια πάλη ανάµεσα στη διαφάνεια που απαιτείται από τις κυβερνήσεις και στο «νόµιµο δικαίωµά τους» να κρατήσουν µυστικά.
«Κάποιοι τον θαυµάζουν και κάποιοι τον δαιµονοποιούν», συµφώνησαν οι δηµοσιογράφοι, θεωρώντας ανησυχητική τη δίωξή του από τις ΗΠΑ.
«Η αµερικανική κυβέρνηση µας πίεσε να µη δηµοσιεύσουµε έγγραφα για την υεµένη», λέει ο διευθυντής των «τάιµς της Νέας υόρκης» Μπιλ Κέλερ. «το σκεφτήκαµε σοβαρά, αλλά το απορρίψαµε».
«Δεν µπορεί να υπάρξει δωρεάν Τύπος»
Η ΣΎΝΈΡΓΑΣΙΑ των πέντε εντύπων για Wikileaks τού προκάλεσε «πονοκεφάλους» αλλά και «πολλή διασκέδαση», όπως είπε γελώντας οΓκεοργκ Μάσκολο. Μίλησε για τηµεγάλη απήχηση που είχε αυτήη «διαφορετική µατιά» στην ιστορία, στις χώρες του Μαγκρέµπκαι τη Μέση Ανατολή, όπου σηµειώθηκαν λαϊκές εξεγέρσεις».
Ο Μάσκολο δεν κάνει διάκριση ανάµεσα στην ψηφιακή και την έντυπη έκδοση. «Αυτό που κάνουµε είναι καλή δηµοσιογραφία και την προσφέρουµε στους αναγνώστες µεόποια µορφή θέλουν να τη διαβάσουν – αλλά να πληρώσουν γι’ αυτό». ∆εν πιστεύει ότιµακροπρόθεσµαµπορεί να υπάρξει «Τύπος δωρεάν». «Νοµίζω ότι τελικά, οι άνθρωποινοιάζονται για την καλή δηµοσιογραφία, θέλουν να ξέρουν τι συµβαίνει στον κόσµο και είναι πρόθυµοι να πληρώσουν γι’ αυτό». Χρησιµοποιεί, µάλιστα, ένα χαρακτηριστικό παράδειγµα: «Το περιοδικό “Der Spiegel” κοστίζει 4 ευρώ, όσο ακριβώς και ένας καφές στα Starbucks. Είναι αυτό ακριβό όταν έχεις250 δηµοσιογράφους που δουλεύουν σκληρά κάθε εβδοµάδα και προσπαθούν να συγκεντρώσουν µοναδικό υλικό».
«Η αραβική εξέγερση βασίστηκε στα µέσα κοινωνικής δικτύωσης»
«ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ της Τυνησίας δεν χρειάζονταν το Wikileaks για να µάθουν τον βαθµό διαφθοράς των κυβερνώντων, αλλά ο αντίκτυπος των πληροφοριών προκάλεσε αντιδράσεις στη χώρα αυτή και ήταν το έναυσµα για τις ταραχές που ακολούθησαν στον αραβικό κόσµο». Ο διευθυντής της «El Pais» Χαβιέρ Μορένο πιστεύει ότι τα διπλωµατικά έγγραφα που δηµοσιοποιήθηκαν αποτέλεσαν έναν παράγοντα που συνέβαλε στις επαναστάσεις αυτών των χωρών. Εδωσαν ρόλο «στα µέσα κοινωνικής δικτύωσης, στη νέα κοινωνία της πληροφορίας, στην ταχύτητα µε την οποία κυκλοφορούν οι ειδήσεις: αυτή ήταν η βάση πάνω στην οποία δηµιουργήθηκε το νέο κίνηµα». Η γνώµη του Μορένο είναι ότι στον υπόλοιπο κόσµο η δηµοσιοποίηση τέτοιου είδους απόρρητων πληροφοριών ευνοεί µια πάλη ανάµεσα στη διαφάνεια που απαιτείται από τις κυβερνήσεις και στο «νόµιµο δικαίωµά τους» να κρατήσουν µυστικά.
Από
δηµοσιογραφική άποψη πιστεύει ότι αυτή η ενηµερωτική διαδικασία, που
έγινε σε συνεννόηση µε άλλους τέσσερις επικεφαλής έγκριτων διεθνών
εντύπων, λειτούργησε ως «ένεση αδρεναλίνης καιεπαγγελµατικής
υπερηφάνειας για την“El Pais”. Βάλαµε τα δυνατά µας για να παραγάγουµε
όσο καλύτερο δηµοσιογραφικό αποτέλεσµα µπορούσαµε». Δεν πιστεύει ότι
αυτή ηεπαγγελµατική περιπέτεια, µεµεγάλες επιπτώσεις για το Ιντερνετ, θα
ορίσει ένα νέο επιχειρηµατικό µοντέλο. «Μεταξύ των εντύπων που
συµµετείχαν, το καθένα εφαρµόζει διαφορετικό µοντέλο και στρατηγικές,
άλλα προσφέρουν ελεύθερη πρόσβαση στις διαδικτυακές εκδόσεις τους, άλλα
συνδροµητική... Θα ήταν λάθος να προσπαθήσουµε να εξαγάγουµε ένα κοινό
συµπέρασµα».
Το Wikileaks δεν οδήγησε στην αλλαγή, αλλά στην επίγνωση»
«ΘΕΩΡΩ ΟΤΙ η συνεργασία µεταξύ των πέντε εντύπων µας πήγεπολύ καλά. Αυτό που µου άρεσε περισσότερο ήταν να παρατηρώ πως τοκάθε ένα διατήρησε τηνανεξαρτησία του, µε διαφορετικές αναλύσεις πάνω στα ίδια διπλωµατικά έγγραφα», δήλωσε ο Μπιλ Κέλερ. ∆ιατήρησε τις αµφιβολίες του για το εάν ηδηµοσιοποίηση των εγγράφωνεπηρέασε τις εξελίξεις στον αραβικό κόσµο. «Εµείς δυναµώσαµε τη φωτιά στην Τυνησία, όπου οι πληροφορίες του Wikileaksγια τηζωή τωνηγετών εξόργισαντους πολίτες. Από εκεί “κόλλησε” και η Αίγυπτος». Για τον διευθυντή των «New York Times», το Wikileaks ήταν δευτερευούσης σηµασίας. «Πιστεύω ότι θαήταν αλαζονικό να σκεφτούµε το αντίθετο. Γενναίοι είναι οι άνθρωποι που έδωσαν τις πληροφορίες ώστεκάποιοι άλλοι να κερδίσουν τα εύσηµα. Το Wikileaks δεν οδήγησε στις αλλαγές, αλλά παρείχε τις γνώσεις που πυροδότησαν τις αλλαγές».
Δεν είναι σίγουρος για το εάν θα συνεχιστούν τέτοιου είδους διαρροές. «Πρέπει να θυµηθούµε ότι ο άνθρωπος που έδωσε τις πληροφορίες αντιµετωπίζει τώρα πολλά χρόνια φυλάκισης. Ποιοςθα είναι πρόθυµος να κάνει κάτι ανάλογο;». Τονίζει ότι το έργο των δηµοσιογράφων δεν είναι το ίδιο µε πριν από 10 χρόνια.
Σύµφωνα µε τον Κέλερ, είναι σαφές ότι το µέλλον της δηµοσιογραφίας βρίσκεται στο ∆ιαδίκτυο και «τα παραδοσιακά µέσα ενηµέρωσης πρέπει να προσαρµοστούν».
Οσον αφορά τη χρέωση των ιστοσελίδων, τα πράγµατα δείχνουν ότι οι περισσότεροι αναγνώστες δεν θα πληρώσουν, «αλλά εκείνοι που χρησιµοποιούν το ∆ιαδίκτυο για την ενηµέρωσή τους θα εκτιµούν τι κοστίζει αυτού του είδους η δηµοσιογραφία, ώστε να πληρώσουν».
«Ο Ασάνζ εµπιστεύθηκε τα παραδοσιακά µέσα ενηµέρωσης»
Η 56ΧΡΟΝΗ Σιλβί Κοφµάν πιστεύει ότι ούτε το Διαδίκτυο ούτε τα iPad ούτε τα έξυπνα τηλέφωνα απειλούν το µέλλον του Τύπου.«Λένε ότι οι νέες τεχνολογίες θα σκοτώσουν τις εφηµερίδες, αλλά πιστεύω το αντίθετο. Πρέπει να προσαρµοστούµε και να αναθεωρήσουµε το επιχειρηµατικό µας µοντέλο. Η οικονοµική κατάσταση θα είναι δύσκολη, αλλά η δηµοσιογραφική υπέροχη. Μας ανοίγεται ένα ευρύ φάσµα δυνατοτήτων: πολλαπλασιασµός των θεµάτων, των µέσων ενηµέρωσης, των πηγών... », λέει. Στην πραγµατικότητα, τα έγγραφα του Wikileaks και η µεγάλη ανάπτυξη του Διαδικτύου που προκάλεσαν, οδήγησαν και σε µια αλλαγή µέσα στη «Monde», καθώς οι δύο αίθουσες σύνταξης, της ηλεκτρονικής και της έντυπης έκδοσης, ήρθαν πιο κοντά: «Αναγκαστήκαµε να συνεργαστούµε πολύ περισσότερο από το συνηθισµένο κάτι που τελικά αποδείχθηκε ιδιαίτερα θετικό», λέει τονίζοντας ότι πιστεύει πως οι διαρροές του Wikileaks συνέβαλαν σηµαντικά σε ό,τι συµβαίνει στις αραβικές χώρες. «Ηµουν εκεί την περασµένη εβδοµάδακαι η συζήτηση για το τι αποκαλύφθηκε στα διπλωµατικά έγγραφα γινόταν διαρκώς στους δρόµους. Οι κυβερνήσεις θα προσπαθήσουν να καλύψουν καλύτερα τα όσα γίνονται, αλλά την ίδια στιγµή δηµιουργείται µια δυναµική που θα συµβάλει στη µεγαλύτερη διαφάνεια». Η Κοφµάν υποστηρίζει ότι τα ΜΜΕ θα πρέπει να ασκήσουν περισσότερες πιέσεις για τη δηµοσιοποίηση τέτοιου είδους πληροφοριών. «Η ευφυΐα του Ασάνζ τον οδήγησε να βασιστεί στα παραδοσιακά µέσα ενηµέρωσης προκειµένου να αξιοποιηθεί καλύτερα η διαφάνεια που προσφέρουν αυτά τα απόρρητα έγγραφα», κατέληξε. «Και το αποτέλεσµα ήταν πολύ θετικό».
«Αν ανοιχτούµε στην κοινωνία, οι άνθρωποι θα µας δώσουν ιστορίες»
Ο ΑΛΑΝ ΡΑΣΜΠΡΙΝΤΓΚΕΡ, διευθυντής της «Guardian» εδώ και 15 χρόνια, είναι εθισµένος στις νέες τεχνολογίες και υποστηρίζει την άποψη ότι τα µέσα πρέπει να είναι ανοιχτά. Ισχυρίζεται ότι «µε την πάροδο του χρόνου, θα επωφεληθούν επειδή οι άνθρωποι θα προσφέρουν ιστορίες». Υποστηρίζει ότι είναι ένα θέµα το οποίο θα πρέπει να σκεφθούν σοβαρά οι όµιλοι ΜΜΕ, επειδή «όσο αυξάνονται τα τείχη που περιβάλλουν το περιεχόµενό τους τόσο µικρότερος θα µπορεί να είναι ο πιθανός αντίκτυπός τους σε παγκόσµιο επίπεδο».
Κατά την άποψή του, σε «ένα µέσο µε περιορισµένη πρόσβαση, οι ιστορίες του Wikileaks θα ήταν ουσιαστικά αόρατες», γι’ αυτό και πιστεύει ότι η ταυτόχρονη δηµοσίευση σε διάφορα µέσα ενηµέρωσης ενίσχυσε τον αντίκτυπο. «Αυτές οι ιστορίες είχαν τόση δύναµη και επειδή οι δηµοσιογράφοι τις επένδυσαν µε την εµπειρία τους, αλλά και επειδή µπορούσαν να διαβασθούν το ίδιο εύκολα στους δρόµους του Καΐρου και της Λιβύης όσο και στους δρόµους της Ουάσιγκτον, της Μόσχας ή της Μαδρίτης». Η διαχείριση των αµερικανικών διπλωµατικών τηλεγραφηµάτων ήταν µια νέα πρόκληση. «Πιστεύω ότι κανένας δηµοσιογράφος δεν είχε εργαστεί ποτέ µε τόσες πολλές πληροφορίες. Υπολογίσαµε ότι ήταν 300 εκατοµµύρια λέξεις – τα Pentagon Papers ήταν 2,5 εκατοµµύρια», λέει. «Επρεπε να µάθουµε πολλά και γρήγορα: πώς να τα παρουσιάσουµε, πώς να ψάξουµε ανάµεσα στις πληροφορίες, πώς να βρούµε τις ειδήσεις εύκολα...».
∆ιαβεβαιώνει ότι η συνεργασία µε τα άλλα µέσα για τη δηµοσιοποίηση των εγγράφων του Wikileaks βοήθησε τους υπευθύνους να συνειδητοποιήσουν ότι «υπάρχουν λίγες οργανώσεις µέσων ενηµέρωσης στον κόσµο που µοιράζονται τον ίδιο βαθµό σοβαρότητας και δέσµευσης γι’ αυτό το είδος της δηµοσιογραφίας».
Αναδημοσιευση Απο Νεα
Το Wikileaks δεν οδήγησε στην αλλαγή, αλλά στην επίγνωση»
«ΘΕΩΡΩ ΟΤΙ η συνεργασία µεταξύ των πέντε εντύπων µας πήγεπολύ καλά. Αυτό που µου άρεσε περισσότερο ήταν να παρατηρώ πως τοκάθε ένα διατήρησε τηνανεξαρτησία του, µε διαφορετικές αναλύσεις πάνω στα ίδια διπλωµατικά έγγραφα», δήλωσε ο Μπιλ Κέλερ. ∆ιατήρησε τις αµφιβολίες του για το εάν ηδηµοσιοποίηση των εγγράφωνεπηρέασε τις εξελίξεις στον αραβικό κόσµο. «Εµείς δυναµώσαµε τη φωτιά στην Τυνησία, όπου οι πληροφορίες του Wikileaksγια τηζωή τωνηγετών εξόργισαντους πολίτες. Από εκεί “κόλλησε” και η Αίγυπτος». Για τον διευθυντή των «New York Times», το Wikileaks ήταν δευτερευούσης σηµασίας. «Πιστεύω ότι θαήταν αλαζονικό να σκεφτούµε το αντίθετο. Γενναίοι είναι οι άνθρωποι που έδωσαν τις πληροφορίες ώστεκάποιοι άλλοι να κερδίσουν τα εύσηµα. Το Wikileaks δεν οδήγησε στις αλλαγές, αλλά παρείχε τις γνώσεις που πυροδότησαν τις αλλαγές».
Δεν είναι σίγουρος για το εάν θα συνεχιστούν τέτοιου είδους διαρροές. «Πρέπει να θυµηθούµε ότι ο άνθρωπος που έδωσε τις πληροφορίες αντιµετωπίζει τώρα πολλά χρόνια φυλάκισης. Ποιοςθα είναι πρόθυµος να κάνει κάτι ανάλογο;». Τονίζει ότι το έργο των δηµοσιογράφων δεν είναι το ίδιο µε πριν από 10 χρόνια.
Σύµφωνα µε τον Κέλερ, είναι σαφές ότι το µέλλον της δηµοσιογραφίας βρίσκεται στο ∆ιαδίκτυο και «τα παραδοσιακά µέσα ενηµέρωσης πρέπει να προσαρµοστούν».
Οσον αφορά τη χρέωση των ιστοσελίδων, τα πράγµατα δείχνουν ότι οι περισσότεροι αναγνώστες δεν θα πληρώσουν, «αλλά εκείνοι που χρησιµοποιούν το ∆ιαδίκτυο για την ενηµέρωσή τους θα εκτιµούν τι κοστίζει αυτού του είδους η δηµοσιογραφία, ώστε να πληρώσουν».
«Ο Ασάνζ εµπιστεύθηκε τα παραδοσιακά µέσα ενηµέρωσης»
Η 56ΧΡΟΝΗ Σιλβί Κοφµάν πιστεύει ότι ούτε το Διαδίκτυο ούτε τα iPad ούτε τα έξυπνα τηλέφωνα απειλούν το µέλλον του Τύπου.«Λένε ότι οι νέες τεχνολογίες θα σκοτώσουν τις εφηµερίδες, αλλά πιστεύω το αντίθετο. Πρέπει να προσαρµοστούµε και να αναθεωρήσουµε το επιχειρηµατικό µας µοντέλο. Η οικονοµική κατάσταση θα είναι δύσκολη, αλλά η δηµοσιογραφική υπέροχη. Μας ανοίγεται ένα ευρύ φάσµα δυνατοτήτων: πολλαπλασιασµός των θεµάτων, των µέσων ενηµέρωσης, των πηγών... », λέει. Στην πραγµατικότητα, τα έγγραφα του Wikileaks και η µεγάλη ανάπτυξη του Διαδικτύου που προκάλεσαν, οδήγησαν και σε µια αλλαγή µέσα στη «Monde», καθώς οι δύο αίθουσες σύνταξης, της ηλεκτρονικής και της έντυπης έκδοσης, ήρθαν πιο κοντά: «Αναγκαστήκαµε να συνεργαστούµε πολύ περισσότερο από το συνηθισµένο κάτι που τελικά αποδείχθηκε ιδιαίτερα θετικό», λέει τονίζοντας ότι πιστεύει πως οι διαρροές του Wikileaks συνέβαλαν σηµαντικά σε ό,τι συµβαίνει στις αραβικές χώρες. «Ηµουν εκεί την περασµένη εβδοµάδακαι η συζήτηση για το τι αποκαλύφθηκε στα διπλωµατικά έγγραφα γινόταν διαρκώς στους δρόµους. Οι κυβερνήσεις θα προσπαθήσουν να καλύψουν καλύτερα τα όσα γίνονται, αλλά την ίδια στιγµή δηµιουργείται µια δυναµική που θα συµβάλει στη µεγαλύτερη διαφάνεια». Η Κοφµάν υποστηρίζει ότι τα ΜΜΕ θα πρέπει να ασκήσουν περισσότερες πιέσεις για τη δηµοσιοποίηση τέτοιου είδους πληροφοριών. «Η ευφυΐα του Ασάνζ τον οδήγησε να βασιστεί στα παραδοσιακά µέσα ενηµέρωσης προκειµένου να αξιοποιηθεί καλύτερα η διαφάνεια που προσφέρουν αυτά τα απόρρητα έγγραφα», κατέληξε. «Και το αποτέλεσµα ήταν πολύ θετικό».
«Αν ανοιχτούµε στην κοινωνία, οι άνθρωποι θα µας δώσουν ιστορίες»
Ο ΑΛΑΝ ΡΑΣΜΠΡΙΝΤΓΚΕΡ, διευθυντής της «Guardian» εδώ και 15 χρόνια, είναι εθισµένος στις νέες τεχνολογίες και υποστηρίζει την άποψη ότι τα µέσα πρέπει να είναι ανοιχτά. Ισχυρίζεται ότι «µε την πάροδο του χρόνου, θα επωφεληθούν επειδή οι άνθρωποι θα προσφέρουν ιστορίες». Υποστηρίζει ότι είναι ένα θέµα το οποίο θα πρέπει να σκεφθούν σοβαρά οι όµιλοι ΜΜΕ, επειδή «όσο αυξάνονται τα τείχη που περιβάλλουν το περιεχόµενό τους τόσο µικρότερος θα µπορεί να είναι ο πιθανός αντίκτυπός τους σε παγκόσµιο επίπεδο».
Κατά την άποψή του, σε «ένα µέσο µε περιορισµένη πρόσβαση, οι ιστορίες του Wikileaks θα ήταν ουσιαστικά αόρατες», γι’ αυτό και πιστεύει ότι η ταυτόχρονη δηµοσίευση σε διάφορα µέσα ενηµέρωσης ενίσχυσε τον αντίκτυπο. «Αυτές οι ιστορίες είχαν τόση δύναµη και επειδή οι δηµοσιογράφοι τις επένδυσαν µε την εµπειρία τους, αλλά και επειδή µπορούσαν να διαβασθούν το ίδιο εύκολα στους δρόµους του Καΐρου και της Λιβύης όσο και στους δρόµους της Ουάσιγκτον, της Μόσχας ή της Μαδρίτης». Η διαχείριση των αµερικανικών διπλωµατικών τηλεγραφηµάτων ήταν µια νέα πρόκληση. «Πιστεύω ότι κανένας δηµοσιογράφος δεν είχε εργαστεί ποτέ µε τόσες πολλές πληροφορίες. Υπολογίσαµε ότι ήταν 300 εκατοµµύρια λέξεις – τα Pentagon Papers ήταν 2,5 εκατοµµύρια», λέει. «Επρεπε να µάθουµε πολλά και γρήγορα: πώς να τα παρουσιάσουµε, πώς να ψάξουµε ανάµεσα στις πληροφορίες, πώς να βρούµε τις ειδήσεις εύκολα...».
∆ιαβεβαιώνει ότι η συνεργασία µε τα άλλα µέσα για τη δηµοσιοποίηση των εγγράφων του Wikileaks βοήθησε τους υπευθύνους να συνειδητοποιήσουν ότι «υπάρχουν λίγες οργανώσεις µέσων ενηµέρωσης στον κόσµο που µοιράζονται τον ίδιο βαθµό σοβαρότητας και δέσµευσης γι’ αυτό το είδος της δηµοσιογραφίας».
Αναδημοσιευση Απο Νεα
Εάν θέλετε να το δούν και άλλοι προωθήστε το με ένα like!