Ο
διάλογος είναι από το χθεσινοβραδινό δελτίο του Mega. Η Όλγα Τρέμη λέει
στον Παύλο Τσίμα: «Παύλο, εσύ μόλις γύρισες από τη Γερμανία και είχες
την ευκαιρία να συναντηθείς με σημαντικούς οικονομικούς παράγοντες της
χώρας αυτής. Το κλίμα για την Ελλάδα ποιο είναι;».
Ο Παύλος Τσίμας απαντά: «Επειδή βρέθηκα και πέρσι τέτοιο καιρό (στη
Γερμανία) –την εποχή που έκανε η Bild την εκστρατεία της- θα έλεγα ότι
είναι στον αντίποδα του περσινού κλίματος. Τώρα πια, όταν δηλώνεις ότι
έρχεσαι από την Ελλάδα, δεν κινδυνεύεις να αντιμετωπίσεις προσβλητικά
βλέμματα ή προσβλητικές φράσεις αλλά ένα βλέμμα θλιμμένης συμπάθειας, εν
πάση περιπτώσει -σας καταλαβαίνουμε και συμπάσχουμε μαζί σας, αλλά τι
να κάνουμε, ας προσέχατε».
Ο Παύλος Τσίμας βρέθηκε στη Γερμανία για τις ανάγκες της εκπομπής
του, συνομίλησε με οικονομικούς παράγοντες και η Όλγα Τρέμη θέλει να
μάθει ποιο είναι το κλίμα για την Ελλάδα. «Τι λένε αυτοί οι ξένοι για
εμάς, βρε Παύλο;».
Αν ζούσαμε στο 1985, αυτή η ερώτηση θα είχε κάποιο νόημα – το ίδιο
και η απάντηση. Ζούμε, όμως, στο 2011 και δεν χρειάζεται να περιμένουμε
από κάποιον Έλληνα δημοσιογράφο που πήγε στη Γερμανία να μάθουμε ποιο
είναι το κλίμα για την Ελλάδα. Μαθαίνουμε πια τα νέα καθημερινά – κάθε
ώρα, κάθε λεπτό, κάθε δευτερόλεπτο.
Είναι συγκινητική η προσπάθεια των τηλεδημοσιογράφων να παριστάνουν
πως ζούμε στην εποχή που η χαροκαμένη μάνα περίμενε κάθε μέρα στο δρόμο
τον ταχυδρόμο για να μάθει αν έχει γράμμα από το γιο της που είχε
μπαρκάρει και είχε φτάσει στην Κίνα. Σήμερα, ο γιος που μπάρκαρε και η
μάνα του έχουν πάρα πολλούς τρόπους να μιλάνε από το πρωί μέχρι το βράδυ
και –αν θέλουν- μπορούν μάλιστα να βλέπουν ο ένας τον άλλον.
Τέλος πάντων, επέστρεψε ο Παύλος Τσίμας από τη Γερμανία και η πρώτη
διαπίστωση που έκανε –από τις συναντήσεις που είχε εκεί- ήταν πως τώρα
«όταν δηλώνεις ότι έρχεσαι από την Ελλάδα, δεν κινδυνεύεις να
αντιμετωπίσεις προσβλητικά βλέμματα ή προσβλητικές φράσεις».
Χιλιάδες Έλληνες ταξιδεύουν στο εξωτερικό και χιλιάδες τουρίστες
έρχονται στην Ελλάδα – δεν έχω ακούσει ποτέ κανέναν Έλληνα να λέει πως
άκουσε προσβλητικά σχόλια από Γερμανούς ή άλλους. Η Ελλάδα χρεοκόπησε –
δεν έκανε κανένα έγκλημα. Από τη στιγμή που ο καπιταλισμός δεν μπορεί να
είναι παραγωγικός σε όλες τις χώρες του κόσμου –και αυτό είναι, ως
γνωστόν, το μεγάλο του μειονέκτημα-, κάποιες χώρες θα χρεοκοπήσουν. Αν
θέλει κάποιος να μιλήσει προσβλητικά, ας μιλήσει προσβλητικά για τον
καπιταλισμό και τις «αγορές» - οι χρεοκοπίες στον καπιταλισμό είναι
αναπόφευκτες.
Ξέρω ανθρώπους που χρεοκόπησαν και δήλωσαν πτώχευση – δεν πήγε κανείς
ποτέ να τους προσβάλλει επειδή χρεοκόπησαν. Επίσης, υπάρχουν και άλλες
χώρες που χρεοκόπησαν. Για παράδειγμα, η Αργεντινή – ξέρετε κάποιον που
να έριξε προσβλητικό βλέμμα σε κάποιον Αργεντινό ή να του μίλησε
προσβλητικά επειδή η Αργεντινή χρεοκόπησε; Εγώ δεν ξέρω.
Ο κ. Τσίμας διαπίστωσε πως σήμερα –αν δηλώσεις πως είσαι Έλληνας
στους οικονομικούς παράγοντες της Γερμανίας- κινδυνεύεις να
αντιμετωπίσεις ένα βλέμμα θλιμμένης συμπάθειας. Δεν καταλαβαίνω γιατί να
κοιτάξουν τον κ. Τσίμα με θλιμμένη συμπάθεια. Ο κ. Τσίμας είναι πολύ
ευκατάστατος για να τον κοιτάξεις με θλιμμένη συμπάθεια επειδή
χρεοκόπησε η Ελλάδα – μάλλον δεν κινδυνεύει να βρεθεί στο δρόμο και το
πιθανότερο είναι πως έχει χρήματα για να ζήσουν και τα δισέγγονά του.
Αν είχαν απέναντί τους κάποιον άστεγο ή άνεργο Έλληνα, θα το
καταλάβαινα. Αλλά αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με τις χρεοκοπημένες χώρες
– προφανώς, και στη Γερμανία υπάρχουν άνεργοι και άστεγοι.
Βέβαια, μπορεί κάποιος άστεγος Γερμανός να είδε τον Παύλο Τσίμα, να
έμαθε πως είναι Έλληνας και να τον κοίταξε με θλιμμένη συμπάθεια –
μπορεί, μάλιστα, ο Γερμανός άστεγος να έριξε και καμιά χριστοπαναγία
στον Παύλο Τσίμα επειδή η Ελλάδα χρεοκόπησε και δεν είναι οικονομικά
δυνατή όπως η Γερμανία.
Σύμφωνα με τον Παύλο Τσίμα, σήμερα το κλίμα στους οικονομικούς
παράγοντες της Γερμανίας για την Ελλάδα είναι «σας καταλαβαίνουμε και
συμπάσχουμε μαζί σας, αλλά τι να κάνουμε, ας προσέχατε».
Μας καταλαβαίνουν και συμπάσχουν μαζί μας. Δηλαδή, σύμφωνα με τον
Παύλο Τσίμα, όλοι οι Έλληνες είμαστε ένα πράγμα – είμαστε όλοι στην ίδια
κατάσταση. Από τον Παύλο Τσίμα, την Όλγα Τρέμη, τη Μαριάννα
Βαρδινογιάννη, τον Σωκράτη Κόκκαλη μέχρι τους εκατοντάδες χιλιάδες
άνεργους, τους άστεγους που αυξάνονται καθημερινά, και αυτούς που
αυτοκτονούν επειδή δεν έχουν να πληρώσουν τα χρέη τους, είμαστε όλοι το
ίδιο.
«Μα πιτσιρίκο, και πριν τη χρεοκοπία δεν ήμασταν όλοι το ίδιο». Ναι,
αλλά το πρόβλημα είναι πως οι κύριοι υπεύθυνοι για τη χρεοκοπία της
χώρας -αυτοί που έβγαλαν δισεκατομμύρια από έργα, λαμογιές και μίζες,
και τα μετέφεραν στο εξωτερικό- συνεχίζουν να βρίσκονται όλοι στις
θέσεις τους και να κάνουν ακριβώς το ίδιο. Πολιτικοί, μεγαλοεργολάβοι,
καναλάρχες, μεγαλοεκδότες, παπαγαλάκια και διάφοροι άλλοι σιχαμένοι
συνεχίζουν το άθλιο έργο τους. Η χρεοκοπία της Ελλάδας δεν αφορά αυτό το
σύστημα – αφορά όλους τους υπόλοιπους.
Είναι συγκινητική η προσπάθεια του Παύλου Τσίμα να παρουσιάσει τον
εαυτό του, την Όλγα Τρέμη –Κνίτες και οι δυο στα νιάτα τους- και τους
άλλους «επιφανείς» συναδέλφους του ως εκπροσώπους του ελληνικού λαού που
βιώνει τη χρεοκοπία της χώρας. Στην πραγματικότητα, εκπροσωπούν μόνο τα
συμφέροντα του Μπόμπολα, του Ψυχάρη και άλλων εθνικών ευεργετών που
νέμονται τις δημόσιες συχνότητες για να πλουτίσουν. Κι εμείς –για
κάποιον ανεξήγητο λόγο- τους το επιτρέπουμε και μετά τη χρεοκοπία.
Όσο αυτή η θλιβερή παρέα έχει τον έλεγχο της χώρας, δεν υπάρχει
περίπτωση να αλλάξει τίποτα προς το καλύτερο. Όλοι το ξέρουμε, αλλά
έχουν καταφέρει να μην το συζητάει σχεδόν κανείς. Είμαστε η μόνη χώρα
στον κόσμο που χρεοκόπησε και συνεχίζει να την κυβερνά το σύστημα που
την οδήγησε στη χρεοκοπία.
Σήμερα είναι η επέτειος της Επανάστασης του 1821. Είμαστε περήφανοι
για τους αγωνιστές του ’21 – ας αναρωτηθούμε, με το χέρι στην καρδιά, αν
θα ήταν περήφανοι αυτοί για εμάς.
(Αν πρόκειται να συνεχίσουμε να τους κοιτάμε προσκυνημένα, να
παίζουμε τους αδικημένους από τη μοίρα και να περιμένουμε από την
Παναγιά να ‘ρθεί να μας σώσει, ας με ενημερώσει κάποιος. Κρίμα είναι να
κουράζομαι άδικα. Άντε, να πάω να δουλέψω κι εγώ γι’ αυτούς –είναι
αρκετά έξυπνοι ώστε να ζητάνε να δουλέψουν γι’ αυτούς αυτοί που τους τα
χώνουν- και να γράφω κι εγώ με χαριτωμένο τρόπο για τις θυσίες που
πρέπει να κάνει η πλέμπα.)