Μετά την ένταξη της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ένα σημαντικό μέρος
του πολιτικού κόσμου και της διανόησης πίστευε ότι, ταυτόχρονα με την
ολοκλήρωση της ελληνικής οικονομίας στην ευρωπαϊκή, θα προχωρούσε και ο
εξευρωπαϊσμός των θεσμών, των δημόσιων πολιτικών και των κοινωνικών
συμπεριφορών στη χώρα μας.
Οσον αφορά την οικονομική ολοκλήρωση, είναι γεγονός ότι η ελληνική
οικονομία σε μεγάλο βαθμό συνδέθηκε στενά με τις άλλες ευρωπαϊκές
οικονομίες, μέσω της έντασης των εμπορικών ανταλλαγών, μέσω των
συγχωνεύσεων και εξαγορών των ελληνικών επιχειρήσεων από ομοειδείς
ευρωπαϊκές και μέσω της κίνησης των συντελεστών της παραγωγής,
περισσότερο του κεφαλαίου και πολύ λιγότερο της εργασίας.
Οσον αφορά τον αναμενόμενο εξευρωπαϊσμό των θεσμών, των δημόσιων
πολιτικών και των συμπεριφορών στη χώρα μας, μετά από 30 χρόνια
συμμετοχής στην Ευρωπαϊκή Ενωση, είναι γενικά παραδεκτό ότι ο
επονομαζόμενος εξευρωπαϊσμός ήταν επιφανειακός και ατελής.(1)
Βεβαίως, ο εξευρωπαϊσμός είναι μια έννοια εξαιρετικά ασαφής και
αμφιλεγόμενη. Για να γίνει περισσότερο κατανοητή η έννοια του
εξευρωπαϊσμού θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι πρόκειται για μια διαδικασία
προσαρμογής των θεσμών, των δημόσιων πολιτικών και των συμπεριφορών μιας
χώρας σ' ό,τι συμβαίνει στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ομως, η Ευρωπαϊκή Ενωση
αποτελείται από πολλές χώρες, με διαφορετικούς θεσμούς, πολιτικές και
συμπεριφορές. Δεν μπορεί να υπάρξει συνεπώς ένας και μοναδικός
εξευρωπαϊσμός, δηλ. προσαρμογή, προς ένα και μοναδικό πρότυπο.
Ωστόσο, επειδή θεωρείται ότι οι ιδρυτικές χώρες της Ε.Ε. έχουν
δημιουργήσει ένα κοινό ευρωπαϊκό πρότυπο, ως προς τον τρόπο λειτουργίας
των θεσμών, ως προς το περιεχόμενο και τον τρόπο άσκησης των δημόσιων
πολιτικών και ως προς την εκδήλωση των κοινωνικών συμπεριφορών, μπορεί
να θεωρηθεί ότι όλες οι ευρωπαϊκές χώρες, που συμμετέχουν στο ευρωπαϊκό
εγχείρημα, προσαρμόζονται σ' αυτό το κοινό ευρωπαϊκό πρότυπο μέσα στο
πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αυτό το « ευρωπαϊκό πρότυπο» είναι
φιλελεύθερης έμπνευσης και χαρακτηρίζεται από περισσότερο ορθολογισμό,
υπευθυνότητα, σεβασμό στους κανόνες και στις δημοκρατικές διαδικασίες σε
σχέση με ό,τι συμβαίνει στις ευρωπαϊκές χώρες της περιφέρειας και
ειδικότερα στην Ελλάδα.
Η διαφορά αυτή εμφανίστηκε καθαρά στον τρόπο που εκδηλώθηκε η οικονομική
κρίση στην Ελλάδα, ως αποτέλεσμα του ανορθολογικού τρόπου λειτουργίας
των θεσμών, της ανευθυνότητας στην άσκηση των μακροοικονομικών
πολιτικών, της παράβασης των κανόνων που είχαν θεσπιστεί με δημοκρατικές
διαδικασίες και των επιπόλαιων κοινωνικών συμπεριφορών. Η υπογραφή
μνημονίου με την Ευρωπαϊκή Ενωση, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ, προκειμένου η χώρα
μας να αποφύγει τη χρεοκοπία, την υποχρεώνει να προσαρμόσει βεβιασμένα
τον τρόπο λειτουργίας της οικονομίας της στο φιλελεύθερο αλλά ορθολογικό
«ευρωπαϊκό πρότυπο» . Αυτή η εξέλιξη, για πολλούς παρατηρητές, αποτελεί
ένα είδος «αναγκαστικού» εξευρωπαϊσμού, ενός εξευρωπαϊσμού που
συντελείται με μεγάλες ταχύτητες και συνεπώς με μεγάλες πολιτικές
δυσκολίες και κοινωνικές αντιστάσεις, γιατί δεν είχε συντελεστεί
ουσιαστικά μέσα στα 30 χρόνια συμμετοχής της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή
Ενωση.
Επιπλέον, η οικονομική διακυβέρνηση της ευρωζώνης που, όπως φαίνεται,
πρόκειται να εφαρμοστεί θα επισφραγίσει την αναγκαστική προσαρμογή των
περιφερειακών χωρών της Ε.Ε., και ιδιαίτερα της Ελλάδας, στο «ευρωπαϊκό
πρότυπο», δηλ. θα επιβάλει έναν αναγκαστικό εξευρωπαϊσμό, πράγμα που
εξασφαλίζει οικονομική βιωσιμότητα αλλά συνεπάγεται μεγάλο κοινωνικό
κόστος.
(1) Βλ. Ν. Μαραβέγιας (επιμ.), «Εξευρωπαϊσμός στο Μεσογειακό Νότο», εκδ. «Νομική Βιβλιοθήκη»/ΕΠΕΕΣ, Αθήνα 2011.
*Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών - nmarav@pspa.uoa.gr