Τα κολπικά υγρά, ανάλογα µε τα χαρακτηριστικά τους, µπορεί να είναι φυσιολογικά ή όχι. Πότε υπάρχει πρόβληµα και πού µπορεί να οφείλεται;
Oι κολπικές εκκρίσεις αποτελούν ένα φυσιολογικό φαινόµενο για το γυναικείο οργανισµό. Όχι όµως πάντα. Όταν η ποσότητά τους αυξάνεται και η αύξηση αυτή συνοδεύεται και από άλλα συµπτώµατα, τότε κάτι δεν πάει καλά. Συνήθως πρόκειται για κάποια λοίµωξη του κόλπου (κολπίτιδα), µια κατάσταση η οποία πρέπει να εκτιµηθεί από ειδικό και να αντιµετωπιστεί.
Oι κολπικές εκκρίσεις αποτελούν ένα φυσιολογικό φαινόµενο για το γυναικείο οργανισµό. Όχι όµως πάντα. Όταν η ποσότητά τους αυξάνεται και η αύξηση αυτή συνοδεύεται και από άλλα συµπτώµατα, τότε κάτι δεν πάει καλά. Συνήθως πρόκειται για κάποια λοίµωξη του κόλπου (κολπίτιδα), µια κατάσταση η οποία πρέπει να εκτιµηθεί από ειδικό και να αντιµετωπιστεί.
Φυσιολογικές εκκρίσεις
Οι «φυσιολογικές» εκκρίσεις συνήθως έχουν τη µορφή βλέννης, µπορεί όµως να είναι και ελαφρά λευκού χρώµατος. Κατά τη διάρκεια του αναπαραγωγικού κύκλου τα χαρακτηριστικά τους αλλάζουν. Στο µέσον του κύκλου παρατηρείται λεπτόρρευστη βλέννη, ενώ µετά την ωοθυλακιορρηξία οι εκκρίσεις γίνονται παχύρρευστες. Η αύξηση των εκκρίσεων λευκού χρώµατος, όταν δεν συνοδεύεται από άλλα συµπτώµατα, είναι πιθανό να οφείλεται και σε αλλαγή της µικροβιακής χλωρίδας του κόλπου. Η κατάσταση αυτή δεν θεωρείται παθολογική, µπορεί όµως να εξελιχθεί σε κολπίτιδα. Για την αντιµετώπισή της δεν απαιτείται κατ’ ανάγκη φαρµακευτική αγωγή. Συνιστώνται συνήθως τοπικές πλύσεις του κόλπου µε χαµοµήλι ή µε κάποιο ήπιο ειδικό προϊόν µία φορά την εβδοµάδα. Η χρήση χηµικών προϊόντων (π.χ. αντισηπτικά) αντενδείκνυται, αφού µπορεί να φέρει το αντίθετο από το επιθυµητό αποτέλεσµα.
Υπόλευκες εκκρίσεις με κακοσμία
Αν υπάρχει κυρίως κακοσµία και σε µικρότερο βαθµό εκκρίσεις, οι οποίες συνήθως έχουν χρώµα προς το γκρίζο και δεν συνοδεύονται από τοπική ερυθρότητα, πρόκειται για κολπίτιδα οφειλόµενη στον αιµόφιλο του κόλπου. Το βακτηρίδιο αυτό δεν αποτελεί µέρος της φυσιολογικής χλωρίδας του κόλπου και η εισχώρησή του στην περιοχή συµβαίνει συνήθως µέσω σεξ, χρήση µολυσµένου εσωρούχου ή πετσέτας κ.λπ. Και σε αυτή την περίπτωση απαιτείται τοπική ή από του στόµατος θεραπευτική αγωγή. Σε κάποιες περιπτώσεις ο αιµόφιλος, αν δεν αντιµετωπιστεί, µπορεί να προκαλέσει και ανιούσες λοιµώξεις.
Λευκές εκκρίσεις με κνησμό
Λευκωπές εκκρίσεις µε ερυθρότητα τοπικά και παρουσία κνησµού υποδηλώνουν κολπίτιδα οφειλόµενη σε µύκητες. Οι µύκητες είναι µέρος της φυσιολογικής χλωρίδας του κόλπου και οι περισσότερες κολπίτιδες από µύκητες οφείλονται στην αύξηση της ποσότητάς τους, λόγω της αλλαγής των συνθηκών της περιοχής. Οι συνθήκες του κόλπου µπορεί να γίνουν πιο ευνοϊκές για την ανάπτυξη των τοπικών µυκητών µε τη λήψη αντιβίωσης ή αντισυλληπτικών, το βρεγµένο µαγιό, τα σερβιετάκια όταν χρησιµοποιούνται καθηµερινά κ.ά. Ένα µικρό ποσοστό κολπίτιδων οφείλεται στην εισαγωγή µύκητα ξένου προς τη φυσιολογική χλωρίδα του κόλπου (σεξουαλική επαφή, χρήση κοινών εσωρούχων κ.λπ.). Για την αντιµετώπισή της απαιτείται η χορήγηση τοπικής ή από του στόµατος θεραπείας, ανάλογα µε την εκτίµηση του γιατρού.
Εκκρίσεις υπόλευκες χωρίς κακοσμία
Εκκρίσεις γκρι χρώµατος χωρίς ιδιαίτερη κακοσµία που συνοδεύονται από τοπική ερυθρότητα και κνησµό συνήθως οφείλονται σε µικρόβια της πρωκτογεννητικής περιοχής καθώς και σε σαπρόφυτα. Πρόκειται για µικροοργανισµούς της φυσιολογικής χλωρίδας του κόλπου ή του δέρµατος της περιοχής και αυξάνονται µε την αλλαγή των τοπικών συνθηκών (π.χ. χρήση ταµπόν, εκσπερµάτιση στον κόλπο από σύντροφο µε ασυµπτωµατική προστατίτιδα, εναλλαγές κολπικής και πρωκτικής επαφής χωρίς προφυλάξεις κ.ά.). Για την αντιµετώπισή τους απαιτείται η χορήγηση τοπικής φαρµακευτικής αγωγής, τόσο στη γυναίκα όσο και στον σύντροφό της. Τα µικρόβια αυτά αν δεν αντιµετωπιστούν µπορούν επίσης να προκαλέσουν ανιούσες λοιµώξεις* µε σοβαρές επιπτώσεις στην αναπαραγωγική υγεία της γυναίκας.
λοίµωξη της µήτρας ή των σαλπιγγών.
Εκκρίσεις πρασινωπές με φυσαλίδες
Πρασινωπές εκκρίσεις µε φυσαλίδες, που συνοδεύονται κυρίως από κνησµό τοπικά και σε µικρότερο βαθµό ερυθρότητα, είναι πιθανόν να οφείλονται σε τριχοµονάδες. Πρόκειται για σεξουαλικώς µεταδιδόµενο νόσηµα και για την αντιµετώπισή του απαιτείται φαρµακευτική αγωγή, η οποία είναι µεικτή, δηλαδή τοπική και από του στόµατος, και αφορά υποχρεωτικά και τους δύο συντρόφους. Οι τριχοµονάδες σπάνια προκαλούν ανιούσες λοιµώξεις.
Tip: Αν οι εκκρίσεις συνοδεύονται και από άλλα συµπτώµατα, αναζητήστε την εκτίµηση ειδικού. Μην παίρνετε φάρµακα χωρίς ιατρική συµβουλή, γιατί µπορεί να είναι περιττό και µπορεί να δηµιουργηθούν ακόµα και αντιστάσεις στα τοπικά µικρόβια.
Της Έφης Τσιβίκα
ΜΕ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΓΚΡΙµΠΙΖΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΜΑΙΕΥΤΙΚΗΣ - ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΙΑΣ, ΑΠΘ
Εάν σας αρέσει προωθήστε το με ένα like!